Τα Χανιά είναι τόσο όμορφα που μοιάζουν «ψεύτικα»

Τα Χανιά είναι τόσο όμορφα που μοιάζουν «ψεύτικα»

Τα Χανιά είναι τόσο όμορφα που μοιάζουν «ψεύτικα». Είναι τόσο εκθαμβωτικό το Ενετικό λιμάνι, που νομίζεις ότι πίσω από τις προσόψεις των κτιρίων κρύβονται ξύλινα υποστυλώματα σαν σε κολοσσιαίο, υπαίθριο στούντιο της Τσινετσιτά.

Κι όμως τίποτα δεν είναι ψεύτικο στα Χανιά. Το μαγευτικό Ενετικό λιμάνι δεν είναι σκηνικό, δεν είναι μια «βιτρίνα». Η αγκαλιά που σχηματίζουν στην είσοδό του ο λιμενοβραχίονας με τον Αιγυπτιακό φάρο από τη μια και το φρούριο Φιρκάς από την άλλη είναι σχεδόν χειροπιαστή.

Πίσω από τις πολυκαιρισμένες προσόψεις, ζουν, κινούνται, αναπνέουν άνθρωποι, όπως αιώνες πριν. Στα δαιδαλώδη σοκάκια πίσω από το λιμάνι, η ζωή συνεχίζεται και περπατά χέρι-χέρι με τον χρόνο και την ιστορία. Ο πανδαμάτωρ όχι μόνο δεν καταφέρνει να δαμάσει την ομορφιά της πόλης και την έλξη που ασκεί στον επισκέπτη, αλλά αντίθετα, με την πατίνα του, την κάνει όλο και πιο όμορφη, κάθε χρόνο που περνά.

Παρελθόν, παρόν και μέλλον συνυπάρχουν αρμονικά και μπερδεύονται σε τέτοιο βαθμό που νομίζεις ότι εδώ, στην παλιά πόλη, το βέλος του χρόνου δεν κινείται ευθύγραμμα, αλλά κάποιες φορές σε τεθλασμένη γραμμή, άλλοτε σαν έμβολο με συνεχείς παλινδρομήσεις κι άλλοτε σε κυκλική τροχιά, σαν φίδι που δαγκώνει την ουρά του.

Μέσα σε αυτά τα παιχνίδια του χρόνου, πιάνεται αιχμάλωτος ο επισκέπτης στο δίχτυ της νοσταλγίας, μιας νοσταλγίας αδιευκρίνιστης και ανεξήγητης. Πώς είναι δυνατόν να αναπολείς κάτι που δεν έζησες; Το κενό της μη βιωμένης εμπειρίας υποκαθιστά η πανταχού παρούσα ιστορία, που σαν φίδι κι αυτή σιγοσέρνεται στα στενά.

Σου προσφέρεται σαν ανοιχτό βιβλίο, περπατώντας σε έναν λαβύρινθο, όπου δεν θες να βρεις τον μίτο. Μινωικά ερείπια, βυζαντινά τείχη, βενετσιάνικες καμάρες και αρχοντικά, οθωμανικά σαχνισιά, ανατολίτικα χαμάμ, αραβικού τύπου αίθρια σιγοψιθυρίζουν ιστορίες σε διάφορες γλώσσες και γραφές, από τη Γραμμική Β΄ έως τα Νέα Ελληνικά.

«Ομφαλός» της παλιάς πόλης είναι το Ενετικό λιμάνι. Ανεβείτε στο Καστέλι, εκεί που βρισκόταν η ακρόπολη της αρχαίας Κυδωνίας και απολαύστε τη μοναδική θέα του λιμανιού στα πόδια σας. Ελάτε μια φορά νωρίς το πρωί και άλλη μια φορά το απόγευμα την ώρα που δύει ο ήλιος.

Οταν αρχίσει να πέφτει το σκοτάδι, κατεβείτε τα σκαλιά που οδηγούν στο Μεγάλο Αρσενάλι, περάστε τα νεώρια και περπατήστε στον λιμενοβραχίονα μέχρι τον αγέρωχο «Αιγυπτιακό» φάρο που αποτελεί ένα από τα σύμβολα της πόλης.

Ολη η «βιτρίνα» της παλιάς πόλης βρίσκεται μπροστά στα μάτια σας, καλύπτοντας μια γωνία σχεδόν 180 μοιρών. Το λιμάνι θα ξυπνήσει μέσα σας την αίσθηση φιλόξενης αγκαλιάς, ενός γαλήνιου καταφυγίου. Ο φάρος είναι, επιπλέον, ένα σημάδι ελπίδας. Οι περισσότεροι, όμως ξεχνούν ότι ο βασικός του ρόλος είναι προειδοποιητικός -αποτελεί ένα σήμα κινδύνου.

Οσοι αφεθούν στο ρυθμικό ερέθισμα που προκαλεί στον αμφιβληστροειδή, καλύτερα να ψάξουν κατάρτι να δεθούν. Σαν οπτική ομηρική Σειρήνα, μαγεύει και σκλαβώνει. Μπορεί να σας κρατήσει για πάντα στα Χανιά!

Στην παλιά πόλη
Μετά τη γενική άποψη, ήρθε η ώρα να γνωρίσετε την παλιά πόλη από κοντά. Ενα καλό σημείο εκκίνησης είναι η πλατεία Βενιζέλου, πιο γνωστή ως «Σαντριβάνι» (ή «Σιντριβάνι»). Στο τέρμα της οδού Χάληδων, αυτού του εμβληματικού δρόμου που συνδέει την παλιά και τη σύγχρονη πόλη, βρίσκεται το σιντριβάνι, που αποτελεί το κλασικό σημείο συνάντησης.

Το λιμάνι απέχει λίγα μόλις μέτρα. Στρίβοντας αριστερά, θα βγείτε στη δυτική πλευρά του, στην Ακτή Κουντουριώτη. Περνώντας δίπλα από δεκάδες καφέ και εστιατόρια θα φτάσετε στο φρούριο Φιρκά, όπου την 1η Δεκεμβρίου του 1913 υψώθηκε επίσημα η ελληνική σημαία, γεγονός που σηματοδότησε την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Στο φρούριο φιλοξενούνται το Ναυτικό Μουσείο και η Λαογραφική Συλλογή, αμφότερα άξια επίσκεψης.

«Πίσω» από το φρούριο, στην αρχή της οδού Θεοτοκοπούλου θα βρείτε τον ναό του San Salvatore, μια βενετσιάνικη εκκλησία των Φραγκισκανών μοναχών, όπου σήμερα στεγάζεται η Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Συλλογή Χανίων. Περνώντας μπροστά από την είσοδο του Ναυτικού Μουσείου, μπαίνετε στην καρδιά του Τοπανά (ή «Τοπ Χανά», που σημαίνει «πυριτιδαποθήκη » στα Τούρκικα), μιας από τις πιο όμορφες γειτονιές των Χανίων, απ’ όπου θα οδηγηθείτε στην Οβριακή, την παλιά εβραϊκή γειτονιά. Ακολουθήστε τις «κεντρικές» οδούς Θεοτοκοπούλου, Ζαμπελίου και Κονδυλάκη, αλλά μην αρκεστείτε σε αυτές. Εξερευνήστε κάθε «ταπεινό» σοκάκι, θα σας ανταμείψει!

Πριν πάρετε παρετε ξανά τον δρόμο για το λιμάνι, αξίζει να περιπλανηθείτε λίγο στο εμπορικό κέντρο της παλιάς πόλης. Κάθετα στη Χάληδων, βρίσκεται ο πεζόδρομος της Σκρύδλωφ, που οι ντόπιοι αποκαλούν «Στιβανάδικα». Το όνομα αυτό καθιερώθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν άνοιξαν εδώ τα πρώτα καταστήματα οι τσαγκάρηδες που έφτιαχναν στιβάνια, τις παραδοσιακές κρητικές μπότες.

Λίγο πιο κάτω, στην οδό Καραολή Δημητρίου, βρίσκονται τα «Μαχαιράδικα», η γειτονιά με τις βιοτεχνίες που κατασκευάζουν κρητικά μαχαίρια, ένα από τα πιο συνηθισμένα σουβενίρ που παίρνουν μαζί τους οι επισκέπτες φεύγοντας από το νησί.

Νοτιότερα, στο «σύνορο» της παλιάς και της νέας πόλης βρίσκεται η περίφημη δημοτική αγορά των Χανίων, η ομορφότερη σκεπαστή αγορά της Ελλάδας. Το σταυρόσχημο κτίριο, με τις τέσσερις εισόδους στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, κατασκευάστηκε στα πρότυπα αντίστοιχης αγοράς της Μασσαλίας και εγκαινιάστηκε την 1η Νοεμβρίου του 1913, έναν μήνα πριν από την Ενωση.

Παίρνοντας ξανά την οδό Χάληδων, απέναντι από τον μητροπολιτικό ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου, που είναι πιο γνωστός ως «Τριμάρτυρη», αξίζει να κάνετε μια στάση στο Αρχαιολογικό Μουσείο, που στεγάζεται στο επιβλητικό καθολικό της Μονής των Φραγκισκανών του 16ου αιώνα, αλλά και στην καθολική εκκλησία της πόλης, όπου μπορείτε να ξαποστάσετε υπό τους ήχους του εκκλησιαστικού οργάνου.

Νεώρια – Κουμ Καπί
Ακολουθώντας την ακτή Τομπάζη, η οποία από ένα σημείο και μετά γίνεται ακτή Ενώσεως, έχετε πια περάσει στην ανατολική πλευρά του λιμανιού. Το πρώτο κτήριο που εντυπωσιάζει είναι το τέμενος του Κιουτσούκ Χασάν πασά ή αλλιώς Γιαλί Τζαμισί, δηλαδή «Τέμενος του γιαλού», το οποίο αποτελεί ένα από τα ομορφότερα δείγματα ισλαμικής αρχιτεκτονικής της Κρήτης.

Λίγο παρακάτω η βενετσιάνικη αρχιτεκτονική ξαναπαίρνει τη σκυτάλη, με ένα από τα πιο σημαντικά κτίρια της πόλης, το Μεγάλο Αρσενάλι, που αρχικά αποτελούσε μέρος του «δικτύου» νεωρίων, που θα συναντήσετε στην πορεία, όντας το πιο εντυπωσιακό από αυτά. Η κατασκευή του άρχισε το 1585 και ολοκληρώθηκε το 1600. Στη μακραίωνη ιστορία του λειτούργησε επίσης ως αποθήκη πυρομαχικών, δημοτικό νοσοκομείο, σχολείο, δημαρχείο και θέατρο.

Αλλα 7 από τα συνολικά 17 νεώρια που κατασκευάστηκαν την ίδια εποχή, σώζονται στην Ακτή Ενώσεως. Λίγο αργότερα, το 1607, άρχισαν εργασίες επέκτασης στο ανατολικό όριο του λιμανιού, όποτε κατασκευάστηκαν άλλα 5, γνωστά ως Νεώρια του Moro, από τα οποία σώζονται 3. Σε έν  από αυτά στεγάζεται παράρτημα του ναυτικού μουσείου, ενώ σε ένα άλλο λειτουργεί μικρός ταρσανάς για αλιευτικά σκάφη.

Πίσω από τα Νεώρια, βρίσκεται η Σπλάτζια, η μουσουλμανική γειτονιά της πόλης με τη χαρακτηριστική έλλειψη ρυμοτομικού σχεδίου που συναντούμε στους τουρκομαχαλάδες. Στη μικρή πλατεία της Σπλάτζιας, εκεί που οι Τούρκοι απολάμβαναν τον ναργιλέ τους κάτω από τη σκιά των δέντρων, έβρισκαν τον θάνατο διά απαγχονισμού οι Κρήτες επαναστάτες.

Στη γειτονιά σώζονται δύο ενετικές εκκλησίες, του Αγίου Ρόκκου (που λέγεται ότι προστάτεψε την πόλη, όταν εκδηλώθηκε επιδημία πανούκλας τον 17 αιώνα) και αυτή του Αγίου Νικολάου, χαρακτηριστικό δείγμα της αντιφατικής γοητείας και σύνθεσης ακραίων αντιθέσεων που δίνουν στα Χανιά τον μοναδικό τους χαρακτήρα. Ακριβώς δίπλα στον χριστιανικό ναό, βρίσκεται «αυτοκόλλητος» ο μιναρές που έστησαν οι Τούρκοι όταν λειτουργούσε ως τζαμί.

Ανατολικά της Σπλάτζιας θα φτάσετε στην Ακτή Μιαούλη, πιο γνωστή ως Κουμ Καπί, δηλαδή «Πύλη τηςΑμμου». Εδώ είχαν εγκατασταθεί οι Βεδουίνοι που έφεραν μαζί τους οι Αιγύπτιοι στο σύντομο διάστημα της κυριαρχίας τους μεταξύ 1830-1840. Οι δύο αυτές γειτονιές αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα της αέναης «μεταμόρφωσης» των Χανίων, όπου όλα τα ίδια μένουν, αλλά κι όλα τριγύρω αλλάζουνε, ούτως ώστε ούτε ο ντόπιος, αλλά ούτε και ο καθ’ έξιν και κατ’ εξακολούθησιν επισκέπτης να πλήττει.

Το Κουμ Καπί, μια υποβαθμισμένη περιοχή μέχρι πριν από 15 χρόνια, σήμερα κατακλύζεται από «in» μαγαζιά. Ομοίως η οδός Χατζημιχάλη Νταλιάνη στη Σπλάτζια, μέχρι πριν από 3-4 χρόνια, ένα υποφωτισμένο, «ξεχασμένο» δρομάκι στη σκιά του μεγάλου μιναρέ, μεταμορφώθηκε σε νέα «πιάτσα» και «hot spot» της πόλης, με εξαιρετικά μεζεδοπωλεία και ταβέρνες, δίπλα σε ατμοσφαιρικά μπαράκια και καφέ.

Συνεχίστε λίγο ανατολικότερα έως τη Χαλέπα, την πιο αριστοκρατική γειτονιά της πόλης, με τα επιβλητικά αρχοντικά και τους μεγάλους κήπους, όπου κάποτε έδρευαν τα προξενεία των Μεγάλων Δυνάμεων. Εδώ διέμενε ο πρίγκιπας της Ελλάδας Γεώργιος, όταν είχε οριστεί κυβερνήτης της Αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας από τις «προστάτιδες» δυνάμεις, εδώ βρίσκεται και το σπίτι του Ελευθέριου Βενιζέλου, που σήμερα λειτουργεί ως μουσείο.

Ακριβώς δίπλα στο «Κολωνάκι» των Χανίων, βρίσκονται τα Ταμπακαριά, η παλιά λαϊκή γειτονιά των βυρσοδεψείων. Κάποτε λειτουργούσαν εδώ δεκάδες βιοτεχνίες κατεργασίας δέρματος και απασχολούνταν πάνω από 450 εργάτες και εξειδικευμένοι τεχνίτες. Σήμερα, εξακολουθούν να λειτουργούν 2-3 βυρσοδεψεία από τα οποία αναδύεται η χαρακτηριστική μυρωδιά του κατεργασμένου δέρματος, όμως τα περισσότερα κτίρια παραμένουν εγκαταλειμμένα.

Τα κουφάρια τους σχηματίζουν ένα εντυπωσιακό μεταβιομηχανικό τοπίο. Πριν αναχωρήσετε από την πόλη, αξίζει να κάνετε μια τελευταία βόλτα στο Ακρωτήρι, στους τάφους των Βενιζέλων, όχι μόνο για να τιμήσετε τη μνήμη του μεγάλου Ελληνα πολιτικού, αλλά και για να απολαύσετε τη μοναδική πανοραμική θέα της πόλης, ειδικά όταν λούζεται στο τελευταίο φως, λίγο πριν από το ηλιοβασίλεμα. Μια εντυπωσιακή τελευταία εικόνα πριν βάλετε και πάλι «τα κεφάλια μέσα»!

ΠΗΓΗ: thetravelbook.gr