Σοφία Μανουσάκη: Χανιώτικο ταλέντο… 24 καρατίων

Σοφία Μανουσάκη: Χανιώτικο ταλέντο… 24 καρατίων

Ο Μίκης Θεοδωράκης την αποκάλεσε «αποκάλυψη μεγατόνων». Τη φωνή και την ερμηνεία της αποθέωσαν τόσο ο Μίμης Πλέσσας όσο και ο Γιάννης Σπανός, ενώ από το 2013 συνεργάζεται σε μόνιμη βάση με τον Στέφανο Κορκολή πραγματοποιώντας περισσότερες από 70 συναυλίες σε Ελλάδα και εξωτερικό. Τραγούδησε στο Ηρώδειο, στην Επίδαυρο, αλλά και στην Ακαδημία Σοπέν της Βαρσοβίας, όπου το κοινό χειροκροτούσε όρθιο επί 4 λεπτά την α καπέλα ερμηνεία της στον «Ερωτόκριτο».

Μεγάλωσε στα Χανιά, σε μια πολύτεκνη οικογένεια. Τέσσερα αδέλφια, τρία κορίτσια και ένα αγόρι, με εκείνη να είναι η μικρότερη. Ο παππούς της τραγουδούσε ριζίτικα ενώ στο σπίτι οι γονείς της άκουγαν από Ξαρχάκο και Χατζιδάκι μέχρι Led Zeppelin και Deep Purple. «Ολοι στο σπίτι μας αγαπάνε τη μουσική. Τραγουδούσα από την παιδική μου ηλικία αλλά άρχισα να συνειδητοποιώ ότι δεν μπορώ να ζήσω χωρίς το τραγούδι όταν έγινα 15 χρόνων. Η οικογένειά μου και οι φίλοι μου, όταν με άκουγαν να τραγουδώ, με προέτρεπαν να ασχοληθώ σοβαρά με αυτό».

Η ίδια δεν έδινε τότε και πολλή σημασία στον ενθουσιασμό των άλλων και αποφάσισε να σπουδάσει Πληροφορική γιατί, όπως εξηγεί: «Γνώριζα ότι έτσι θα είχα περισσότερες πιθανότητες να βγάλω χρήματα και να βιοποριστώ. Εκείνο το διάστημα έκανα και χάντμπολ, με αποτέλεσμα να περνάω μπροστά από την πόρτα του ωδείου για να πάω στο γήπεδο τρεις φορές την εβδομάδα. Μια, δυο, τρεις, δεν άντεξα και μπήκα μέσα να κάνω εγγραφή χωρίς να ενημερώσω τους δικούς μου. Για έναν περίεργο λόγο, η καρδιά μου και το μυαλό μου με ωθούσαν να το κάνω χωρίς κανέναν δισταγμό».

Ως παιδί πολύτεκνης οικογένειας, και μάλιστα το μικρότερο, χρειάστηκε ποτέ να κάνει συμβιβασμούς στα θέλω και στα όνειρά της προκειμένου να μην επιβαρύνει τον οικογενειακό προϋπολογισμό; «Γενικά ήμουν ένα παιδί που δεν ζητούσα, αλλά έδινα και βοηθούσα όσο μπορούσα. Ίσως και ο τρόπος που με μεγάλωσαν οι γονείς μου να παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στο πώς έχει διαμορφωθεί ο χαρακτήρας μου. Τα εφηβικά μου χρόνια τα πέρασα εν μέσω της μεγάλης οικονομικής κρίσης, παρ’ όλα αυτά δεν έχασα τις ελπίδες μου.

Αντιλαμβανόμουν και κατανοούσα απόλυτα την οικονομική κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι μου, υπήρχαν αρκετές δυσκολίες, αλλά οι γονείς μου δούλευαν σκληρά για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν και να μη μας λείψει τίποτα. Οταν τα πράγματα δυσκόλεψαν παραπάνω και οι γονείς μου δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν το ωδείο μου, έψαξα και βρήκα δουλειά για να πληρώνω τα δίδακτρά μου». Τότε παράλληλα με το σχολείο έπιασε δουλειά σε ένα λούνα παρκ προκειμένου να καλύπτει τα έξοδα του ωδείου.

Λίγο αργότερα ήρθε και η κομβική στιγμή στη ζωή της, η γνωριμία της με τον Στέφανο Κορκολή. «Ηταν το καλοκαίρι του 2013, είχε έρθει στα Χανιά για μια φιλανθρωπική συναυλία και έπρεπε να δώσει κάποιες συνεντεύξεις. Σε μία από αυτές ο δημοσιογράφος, σε συνεννόηση μ’ έναν συνεργάτη και φίλο μου, τον ρώτησε αν έχει διάθεση να με ακούσει. Εγώ δεν είχα ιδέα, με παρέσυρε ο φίλος μου, με τη δικαιολογία ότι πάμε να τον ακούσουμε και ξαφνικά βρέθηκα εντελώς απροετοίμαστη όταν ο Στέφανος με ρώτησε: “Ποιο τραγούδι θα μου πεις;”. Εντελώς μηχανικά του απάντησα το “Εν λευκώ” και εκείνος μου αντιπρότεινε το δικό του, το “Δεν είσαι εδώ”, που έχει ερμηνεύσει συγκλονιστικά η Δήμητρα Γαλάνη, και ρώτησε αν το ξέρω. Αφού τελείωσε η ακρόαση, είπε στον πατέρα μου πως, αν έχω γερό στομάχι και πατάω καλά τα πόδια μου στη γη, θα πάω ψηλά. Λίγους μήνες αργότερα μου τηλεφώνησε για να έρθω Αθήνα και να ετοιμάσω στο πρώτο μου demo».

Ηταν η πρώτη φορά που έφευγε από το σπίτι της. Η διαδρομή ουσιαστικά από τα Χανιά στην Αθήνα ήταν βουτιά στα βαθιά για τη 17χρονη τότε Σοφία. «Η ζωή φαίνεται πως είχε τελείως διαφορετικά σχέδια για μένα, με πήρε από τον τόπο όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα και μου έδωσε την ευκαιρία να ασχοληθώ με αυτό που με γεμίζει χαρά. Ισως ήταν γραφτό να μου συμβεί και μέσα από την τέχνη που αγαπώ να γνωρίσω έναν καινούριο κόσμο, να συναναστραφώ και να συνεργαστώ με τεράστιους συνθέτες.

Αυτή η διαδρομή, από το 2014 μέχρι τώρα, είναι ένα μεγάλο σχολείο για μένα, μια διαδρομή κουραστική μεν, αλλά με απίστευτες χαρές και συγκινήσεις. Θυμάμαι πως οι πρώτες μέρες στην Αθήνα ήταν περίεργες συναισθηματικά. Μετά από τόσα χρόνια που είχα δίπλα μου τα αδέλφια μου και τους γονείς μου, ξαφνικά βρέθηκα μόνη σε μια μεγάλη πόλη, πνιγμένη από πολυκατοικίες και καυσαέριο, κάτι που δεν μου άρεσε καθόλου. Νομίζω ότι είχα κακομάθει στην Κρήτη ζώντας δίπλα στη θάλασσα και το βουνό. Δεν άργησα, όμως, να προσαρμοστώ στην καθημερινότητα και στους χρόνους της Αθήνας».

Σε ποιους χρωστά ένα ευχαριστώ τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο;

«Σε προσωπικό επίπεδο στην οικογένεια μου, που βρίσκεται δίπλα μου και με στηρίζει σε κάθε μου βήμα. Σε επαγγελματικό επίπεδο στον Μίκη Θεοδωράκη, στον Μίμη Πλέσσα, στον αείμνηστο Γιάννη Σπανό, στη Ρεβέκκα Ρούσση, φυσικά στον Στέφανο Κορκολή και βέβαια στον Νίκο Αντύπα και τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο, που μου εμπιστεύτηκαν αυτό το τόσο όμορφο τραγούδι, τη “Βάρδια”». Θα ήθελα, επίσης, να αναφερθώ στο Γιώργο Αρσενάκο και τη δισκογραφική εταιρεία Panik Oxygen, που από την πρώτη στιγμή με πίστεψαν και συνεχίζουν να με πιστεύουν».

 

Οταν σε ηλικία 24 χρόνων σε έχουν ήδη αποθεώσει σημαντικοί συνθέτες της χώρας, έχεις ερμηνεύσει τραγούδια τους, έχεις τραγουδήσει σε χώρους που για κάποιους παραμένουν άπιαστο όνειρο, νιώθεις άγχος για το ποια θα μπορούσε να είναι η συνέχεια, για το επόμενο βήμα γενικότερα;

«Αισθάνομαι ευγνώμων που γνώρισα από κοντά και τραγούδησα μπροστά στον τεράστιο συνθέτη μας Μίκη Θεοδωράκη.

Οι πρώτες μου δισκογραφικές δουλειές που ήταν σε δικά του έργα μού έδωσαν την ευκαιρία να μπω σε χώρους που ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα δεν θα τους έβλεπα, όπως το Ηρώδειο δίπλα στη Μαρία Φαραντούρη, το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και το Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου, όπου σε όλα αυτά ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν παρών! Πάντα με την καλή του κουβέντα, την αγάπη του και το χαμόγελό του.

Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόση δύναμη αντλούσα όταν ήξερα πως με παρακολουθεί! Η παρουσία του είναι αυτή που καθιστά τους κατά τ’ άλλα σπουδαίους χώρους σπουδαιότερους για μένα. Οπως, επίσης, πόσο σημαντικό είναι να ερμηνεύεις με τον ίδιο τον συνθέτη (σ.σ.: Στέφανο Κορκολή) στο πιάνο μελοποιημένα έργα του σε ποίηση Καβάφη, όπως συνέβη στην Οπερα του Καΐρου, στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, στην Εθνική Λυρική Σκηνή και στην αίθουσα Aula Magna στο Βουκουρέστι. Πραγματικά, όταν τα σκέφτομαι αυτά και άλλα τόσα, νομίζω πως θα ξυπνήσω από κάποιο όνειρο.

Αρα λογικό είναι όλα αυτά να με αγχώνουν ώστε να μην προδώσω την τόση αγάπη που έχω εισπράξει και να τους δικαιώνω σε κάθε μου καλλιτεχνικό βήμα. Σε δέκα χρόνια από τώρα δεν ξέρω τι θα ήθελα να κάνω, θα ήθελα, όμως, να έχω μια επιτυχημένη μουσική πορεία».

Θα την ενδιέφερε το εξωτερικό, αλλά το θεωρεί «πάρα πολύ δύσκολο έως και ακατόρθωτο». Λατρεύει να ακούει Μοσχολιού, Αλεξίου, Γαλάνη, Τσανακλίδου αλλά και Φλέρυ Νταντωνάκη, Μποφίλιου, Ζουγανέλη, Μητροπάνο, Νταλάρα, ενώ από ξένους καλλιτέχνες αγαπά τις φωνές των Φρέντι Μέρκιουρι, Τίνα Τέρνερ, Αντέλ, Στινγκ. Αγαπημένο της τραγούδι είναι τα «Μενεξεδένια τα βουνά» του Γιάννη και του Μίκη Θεοδωράκη, ενώ περιμένει με ανυπομονησία, όπως όλοι, να τελειώσει ο εγκλεισμός «προκειμένου να ξανανιώσω αυτή την όμορφη συνομιλία με τον κόσμο». Η καθημερινότητά της πλέον είναι απλή: «Με ψώνια στο σούπερ μάρκετ, μαγείρεμα, δουλειές του σπιτιού, τηλεόραση και πολύ διάβασμα τώρα που δεν δουλεύω».

Θεωρεί ότι το πιο αρνητικό στοιχείο του χαρακτήρα της είναι το γεγονός ότι δεν είναι ιδιαίτερα διαλλακτική. Δεν κάνει όνειρα, αλλά θέτει στόχους καθαρά ρεαλιστικούς. Θα ήθελε κάποια στιγμή να αποκτήσει ένα παιδί, δεν σκέφτεται ακόμα τον γάμο, ενώ η ανάλαφρη πλευρά της θα την κάνει να σηκωθεί από τον καναπέ για να χορέψει μόνο όταν ακούσει κάτι «από τη βρετανική ποπ σκηνή φυσικά»!

www. protothema.gr