Ο επισκέπτης φεύγει, ο κάτοικος μένει: Τα Χανιά στα χνάρια του Άμστερνταμ

Ο επισκέπτης φεύγει, ο κάτοικος μένει: Τα Χανιά στα χνάρια του Άμστερνταμ

ΜΑΡΛΕΝ ΣΙΝΤΧΟΜ*

Από μικρή, από το πρώτο κιόλας έτος στο πανεπιστήμιο μπήκα δυναμικά στον χώρο του τουρισμού, τόσο στον εισερχόμενο όσο και στον εξερχόμενο συνοδεύοντας πελάτες στα νησιά μας και σε μακρινά, εξωτικά ταξίδια. Από ακόμη πιο μικρή κόλλησα το μικρόβιο της ανάγκης να ταξιδεύω. Τα ταξίδια ανέκαθεν ισοδυναμούσαν για μένα με γερές δόσεις οξυγόνου και τα απαραίτητα σκαλοπάτια για την προσωπική μου εξέλιξη.

Μετά τα πρώτα μου 7 χρόνια στην Αγγλία, συνέχισα τη ζωή μου στην πόλη της Αθήνας και συγκεκριμένα σε γειτονιά του αγαπημένου μου Παλαιού Φαλήρου, της θάλασσας και των χειμερινών κολυμβητών, μια συνοικία στην οποία πήγα σχολείο και έχω ζήσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου. Το καλοκαίρι του 2019 νιώθοντας να έχω κλείσει έναν μεγάλο κύκλο πια εκεί, αποφάσισα να την αποχαιρετήσω για να ζήσω μόνιμα, στην πανέμορφη πόλη των Χανίων.

Μια πραγματικά ξεχωριστή πόλη με χρώματα, εικόνες και γεύσεις που απλώς δεν χορταίνω, που όμως, όταν το καλοκαίρι ξεκινούν τη μαζική τους απόβαση οι τουρίστες, μου δημιουργείται η έντονη ανάγκη να δραπετεύσω, να βρω μια σπηλιά για να κρυφτώ.

Το φετινό λοιπόν καλοκαίρι στο πλαίσιο της απόδρασής μου, επισκέφθηκα εκτός από τη μαγευτική Ισλανδία και την πόλη του Άμστερνταμ. Ένα ταξίδι που μετανιώνω που δεν έκανα ίσως 2 δεκαετίες νωρίτερα. Ο λόγος; Περιηγήθηκα σε μία πόλη που πλέον υπάρχει και αφορά μόνο τον επισκέπτη/τουρίστα.

Βίωσα την άλωση του airbnb, το αδυσώπητο gentrification και τον προσανατολισμό της πόλης να είναι εστιασμένος σχεδόν αποκλειστικά και καθολικά προς την ικανοποίηση των επισκεπτών. Σαν να μην ζουν, αναπνέουν, εργάζονται, διασκεδάζουν και υπάρχουν οι κάτοικοι του Άμστερνταμ… έψαχνα να βρω μια γραφική γειτονιά με χαρακτήρα και χρώμα, τίποτα… σαν σπιτάκια από lego, κάθε περιοχή ίδια, άχρωμη και άοσμη και ολότελα τουριστική. Ούτε ψήγμα αυθεντικής ταξιδιωτικής εμπειρίας, καλώς ήρθατε, μας είπε το Άμστερνταμ, σε μία ακόμη τουριστούπολη αυτού του πλανήτη.

Αισθάνθηκα ότι έβλεπα μια εικόνα από το μέλλον των αγαπημένων μου Χανίων, όχι όμως το πολύ μακρινό αλλά το άμεσο, το σήμερα και το αύριο. Ένιωσα το βίωμα του Άμστερνταμ σαν γροθιά στο στομάχι για το τι ζούμε ήδη αλλά και σαν ένα τεράστιο καμπανάκι αφύπνισης για το τι μας περιμένει.

Στα Χανιά όταν έρχεται χειμώνας κλείνουν τα πάντα, μετρημένα στα δάχτυλα τα ανοιχτά μπαράκια, καφενεία και εστιατόρια για να απολαύσεις ένα ωραίο βράδυ εκτός σπιτιού. Νεκρώνουν όλα και μπαίνει η πόλη σε χειμερία νάρκη μέχρι να ξεκινήσουν και πάλι οι πτήσεις της Ryanair… Πόσο θλιβερό και στενάχωρο είναι για εμάς που επιλέξαμε να ζήσουμε εδώ και σε μεγάλη αντιδιαστολή με την πόλη που μεγάλωσα, την Αθήνα, που είναι μια πόλη που δεν κοιμάται ποτέ.

Ολόκληρη η χώρα μας αλλά και το κάθε νησί και τουριστικός προορισμός ξεχωριστά, ξεχνάει στον βωμό του υπερτουρισμού και της οικιστικής και πολιτιστικής αλλοίωσης ως συνεπακόλουθο αυτού, ότι ο επισκέπτης φεύγει, ο κάτοικος όμως είναι που μένει και αυτόν έρχεται να γνωρίσει ο ταξιδιώτης.

Οι επισκέπτες που έρχονται στη πόλη των Χανίων αλλά και σε κάθε δημοφιλή προορισμό, επιλέγουν ένα μέρος για την ιδιαιτερότητα και την αυθεντικότητά του. Αυτό σημαίνει ότι διαφυλάσσεται πάση θυσία η παράδοση σε όλες τις εκφράσεις της (ιστορία, αρχιτεκτονική, τέχνη και πολιτισμός, γαστρονομία) και αυτή εξελίσσεται στον χρόνο μαζί με τους κατοίκους κάθε τόπου. Οι κάτοικοι από την άλλη, που αποτελούν και τα κύτταρα αυτής της παράδοσης, θα πρέπει να συνεχίζουν να ζουν, όχι όμως ως πολίτες β’ κατηγορίας ή φαντάσματα σε μια πόλη που ερημώνει μόλις φύγει ο τελευταίος τουρίστας, αλλά ως ζωντανοί οργανισμοί που υπάρχουν, διασκεδάζουν, απολαμβάνουν τη ζωή, την τέχνη και τον πολιτισμό. Γιατί μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει συνέχεια.

*Η Μαρλέν Σίντχομ είναι οικονομολόγος, MBA, με πολυετή εμπειρία στον χώρο του τουρισμού