Κάτια Δανδουλάκη «Δεν έχω καμία περιουσία»

Κάτια Δανδουλάκη «Δεν έχω καμία περιουσία»

Με αυτό το χαμόγελο που καταφέρνει να συμπαρασύρει όλα τα χαρακτηριστικά του προσώπου της ανοίγει την πόρτα του σπιτιού της και με υποδέχεται για τη συνέντευξη. Αν και είχε προηγηθεί δωδεκάωρο γύρισμα, η Κάτια Δανδουλάκη έδειχνε φρέσκια, ακμαιότατη και νεότατη. «Σκέψου ότι τον χειμώνα έχω και διπλές στο θέατρο κάποιες ημέρες. Οταν σκέφτομαι την αργία που έρχεται ύστερα από 360 ημέρες τρελαίνομαι! Τη Μεγάλη Εβδομάδα και λίγες ημέρες το καλοκαίρι».

Πληρώνετε όμως το τίμημα των επιλογών σας, τολμώ να επισημάνω… «Ναι, γιατί έχω επιχείρηση. Το θέατρο όμως είναι κινητήριος δύναμη για μένα». Καμία αντίρρηση, αλλά ποιος μπορεί να παραβλέψει ότι τη σεζόν που μας πέρασε η τηλεόραση ήταν αυτή που της χάρισε πολλά καθώς η καθημερινή σειρά όπου πρωταγωνιστούσε, η «Ζωή της άλλης», σάρωσε τις τηλεθεάσεις, έκανε ρεκόρ και κατάφερε μετακομίζοντας στις 21.00 να εκτοπίσει από την κορυφή ακόμη και τους δυσκολότερους ανταγωνιστές, όπως το «Αλ Τσαντίρι νιουζ». Μοιραία η συζήτηση στρέφεται λοιπόν σε αυτό…

– Πρωτοφανής η επιτυχία της «Ζωής της άλλης».Πώς το εξηγείτε αλήθεια; «Είναι ακραίο αυτό που συμβαίνει. Αυτή την ακρότητα την έχω ζήσει τρεις φορές: στους “Πανθέους”, όπου σταματούσαν και τα ταξί, στη “Λάμψη” τα πρώτα χρόνια και τώρα με αυτό. Εχω αναρωτηθεί πολλές φορές γιατί συμβαίνει αυτό, γιατί μου αρέσει να εξηγώ την επιτυχία και την αποτυχία. Η αλήθεια ειναι ότι στις επιλογές μου στην τηλεόραση έχω ένα ένστικτο να αποφασίζω. Εδώ λοιπόν νομίζω ότι μέτρησε το σενάριο, το οποίο είναι κλασικό, αστυνομικού ενδιαφέροντος, αλλά και με στοιχεία παλιού κλασικού μελό. Οταν αυτό μάλιστα συνδυάζεται με παράπλευρες ιστορίες με γρήγορη εξέλιξη και ανατροπές αλλά και με νέα παιδιά στο καστ παρέα με μεγαλύτερους ηθοποιούς όπως εγώ, τότε μάλλον έχουμε την απάντηση. Ο μύθος, λοιπόν, το γερό κανάλι από πίσω που το υποστηρίζει, ένας σκηνοθέτης που έχει κάνει επιστήμη την οργάνωση της παραγωγής- ήδη γυρίζουμε επεισόδια Δεκεμβρίου-, το εξειδικευμένο συνεργείο, ο ρυθμός του μοντάζ είναι οι λόγοι που κάνουν τη σειρά τόσο ελκυστική για όλες τις ηλικίες».

– Οντως εντυπωσιακό να παρακολουθούν τόσοι νέοι καθημερινή σειρά.

«Βέβαια, εφόσον ως τώρα θεωρούσαμε ότι μόνο οι νοικοκυρές παρακολουθούν τέτοιες σειρές. Γι΄ αυτό και είναι φαινόμενο που πρέπει να ψάξουμε πολύ. Οπως γρήγορα αλλάζει το τοπίο της εποχής μας, έτσι αλλάζει και στην τηλεόραση. Ετσι αλλάζει και στη σειρά. Οι ιστορίες αφορούν νέους, με έρωτες και ζήλιες. Εκφράζει τον 21ο αιώνα. Εχει βρει το κλειδί της εποχής».

– Σας φόβισε η μετακίνηση στις 21.00

το βράδυ; Σκεφτήκατε ότι μπορεί τα νούμερα να μη δικαίωναν την επιλογή αυτή;

«Το φοβόμουν πολύ. Ηταν τεράστιο ρίσκο. Κάποιοι φαντάζομαι ότι θα έχασαν τον ύπνο τους για να το αποφασίσουν. Δεν μετακινείς εύκολα μια σειρά που σου φέρνει τέτοια νούμερα! Μπορεί να τα χάσεις όλα. Εγώ δεν θα το έκανα. Αλλά τελικά όταν είναι αποφασισμένη η επιτυχία δεν τη σταματάει κανείς και τίποτα».

– Περάσατε και τον Λάκη Λαζόπουλο. Το φανταζόσασταν;

«Είναι πράγματι εντυπωσιακό! Είναι ένα μαστ που έχει γίνει, ένα κλικ στο μυαλό. Θα σου πω το εξής: από εδώ ως το περίπτερο με σταματάνε είκοσι άνθρωποι. Συνήθως στην επιτυχία σε σταματάνε δέκα και στην αποτυχία πέντε. Μαμάδες, παιδιά, παππούδες και γιαγιάδες με ρωτάνε τι γίνεται στη σειρά. Θέλουν να μάθουν τις εξελίξεις». – Είναι η πρώτη φορά που υποδύεστε τη γιαγιά και την κακιά.Πώς έτυχε τέτοιος κόντρα ρόλος;

«Οντως. Αλλά αυτό με ερέθισε. Αλλωστε υποδύομαι μια σύγχρονη γιαγιά επιχειρηματία, κάτι που είναι πολύ ελκυστικό για τις σημερινές γυναίκες. Είναι θετική εικόνα και καλό σημάδι για τη γυναίκα. Κάνω και την κακιά, που δεν την είχα ξανακάνει. Στην αρχή είχα πρόβλημα· έψαχνα να βρω την αιτία που αυτή η γυναίκα άφησε αυτό το μωρό. Δεν με ενδιαφέρει να παίζω τέρατα. Σιγά σιγά έψαξα και βρήκα κάποια στοιχεία, αν και για μένα τίποτε δεν μπορεί να δικαιολογήσει μια τέτοια ενέργεια. Είναι έγκλημα ανήκουστο».

– Εχετε πάντως το κοκαλάκι της νυχτερίδας στις τηλεοπτικές επιλογές σας.Στις θεατρικές γιατί δεν το καταφέρνετε;

«Ελα ντε! Ισως γιατί στο θέατρο υπεισέρχεται και κάτι άλλο. Στην τηλεόραση μου γίνεται πρόταση και με ήρεμη την ψυχή μου, γιατί δεν ρισκάρω κάτι οικονομικά, αποφασίζω. Στο θέατρο, επειδή μου αρέσουν πράγματα που εκ των προτέρων θεωρούνται αντιεμπορικά αλλά μου αρέσουν πολύ, θέλω και τα κάνω γιατί σκέφτομαι ότι δεν θα μου δοθεί αλλιώς η ευκαιρία. Αλλωστε, λέω, και να μην πετύχει, εγώ θα την πληρώσω! Εκεί αρχίζει το λάθος και γίνεται η αποτυχία. Στο θέατρο έχω ζήσει τεράστιες καλλιτεχνικές επιτυχίες που έχουν γίνει εμπορικές αποτυχίες. Τα έχω ζήσει όλα, όλους τους συνδυασμούς. Τα ταμεία έσπασαν στην περιοδεία με τη “Μήδεια” του Μποστ και όχι με το “Μάστερ Κλας” ή τον “Τζόρνταν”. Στο θέατρο εμπιστευόμουν τα θέλω μου. Η τηλεόραση με προφύλαξε ως προς αυτό γιατί δεν έλεγα “θέλω να κάνω στην τηλεόραση αυτό ή το άλλο”. Ελεγα ναι ή όχι στα σενάρια μπαίνοντας στη θέση του θεατή. Π.χ., το “Λένη” έτσι το έκανα. Μπήκα στη θέση κάθε γυναίκας. Βέβαια αυτή η τρέλα μου στο θέατρο με οδήγησε και σε πολύ ωραία πράγματα, για τα οποία επ΄ ουδενί μετανιώνω».

– Χάσατε όμως και πολλά χρήματα κάνοντας λάθος επιλογές…

«Πάρα πολλά. Είμαι άνθρωπος δίχως περιουσία. Δεν έχω κανένα περιουσιακό στοιχείο, μόνο χρέη. Εφέτος ευτυχώς θα συνεργαστώ με την Ελληνική Θεαμάτων και θα ανεβάσουμε τον “Θεό του μακελειού”- προσωρινός τίτλος-, το τελευταίο έργο της Ρεζά. Θα είμαστε μαζί με τον Γιάννη Φέρτη, την Κατιάνα Μπαλανίκα και τον Γιάννη Βούρο, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή. Εχω μεγάλη εμπιστοσύνη στον Σταμάτη, εκείνος με παρότρυνε να ανεβάσουμε το έργο. Αν και στην αρχή δεν ήμουν τρελαμένη με το έργο, εκείνος με έπεισε. Το είδα μέσα από το δικό του πρίσμα, μέσα από την τρέλα του, και το λάτρεψα».

«ΕΙΜΑΙ ΣΧΕΔΟΝ ΑΠΑΘΗΣ»
– Φοβάστε τον κόσμο γύρω σας που αλλάζει ραγδαία;

«Οχι, δεν φοβάμαι. Μετά τα τελευταία έξι χρόνια της ζωής μου, που ήταν και τα πιο δύσκολα, δεν μπορεί να με αγγίξει κάποιος φόβος. Δεν φοβάμαι ούτε για την υγεία μου… Δεν αισθάνομαι ότι αφήνω κάτι πίσω μου το οποίο θα πληγώσω πάρα πολύ. Δύσκολο συναίσθημα. Αν το βάλω σε λέξεις αυτό, θα σου έλεγα ότι, επειδή έχω νιώσει το αίσθημα του πολύ μεγάλου πόνου, δεν μπορώ να νιώσω πολύ έντονα συναισθήματα πλέον όπως ο φόβος ή η λαχτάρα. Εχω πιο στωική αντιμετώπιση για τα πράγματα. Είμαι σχεδόν απαθής. Το παλεύω με τον εαυτό μου και θα το ξεπεράσω. Αλλά είναι ένα στάδιο που πρέπει να περάσω, είναι η φάση μετά το σοκ. Παρατηρώ τα πράγματα γύρω μου και προσπαθώ να τα καταλάβω. Είναι άγνωστη κατάσταση για μένα και δεν είναι τόσο γοητευτική. Μου άρεσε πολύ η εποχή των βλεμμάτων ως φλερτ και όχι το σημερινό μήνυμα. Προσπαθώ όμως να τα κατανοήσω, παρατηρώ με προσοχή, γιατί οφείλω και θέλω η υπόλοιπη ζωή μου να έχει χαρές. Προς το παρόν όμως έχω μια νοσταλγία. Οταν θέλω να νιώσω κάτι πηγαίνω προς τα πίσω. Με ρωτούν αν θα ξαναφτιάξω τη ζωή μου. Τι να φτιάξω; Δόξα τω Θεώ, μου δόθηκε τόσο απλόχερα και έζησα τα καλύτερα χρόνια μου… Τα έζησα για μεγάλη διάρκεια και είμαι ευγνώμων. Αλλά πλέον δεν μπορώ να ενθουσιαστώ εύκολα. Βλέπω ότι δεν φοβάμαι πια τίποτε».

– Τι σας λείπει πιο πολύ; «Μου λείπουν αυτοί που έχασα. Η αγκαλιά τους, την οποία αντικαθιστώ με τους φίλους μου. Μεγάλος θησαυρός αυτός. Μου λείπει και η ξεγνοιασιά στη ζωή μου. Θέλω να νταντέψω λίγο τον εαυτό μου. Πάντοτε ήμουν σε εμπόλεμη κατάσταση, τώρα δεν αισθάνομαι ότι έχω τη διάθεση να παλέψω με κάποιον. Καβαλάω το κύμα και πηγαίνω μαζί του και με πάει μια χαρά. Τελικά η ζωή σε πάει εκεί που θέλει. Στη ζωή μου όμως ό,τι ήθελα πάρα πολύ το κέρδισα. Αυτό που θέλω τώρα είναι να ζήσω με ξεγνοιασιά, δίχως άγχη. Εχω απλούς στόχους πια. Δεν με νοιάζει να παίξω μεγάλους ρόλους. Εχω χορτάσει μεγάλα πράγματα. Τώρα θέλω απλά, καθημερινά, αυτά που έχασα κυνηγώντας τα μεγάλα».

 

ΠΗΓΗ ΤΟ ΒΗΜΑ