Το φαινόμενο Angelina

Το φαινόμενο Angelina

Μια νέα ταινία που σπάει ταμεία. Μια φιλανθρωπική δράση που δεν σταματάει στα εύκολα και στα φωτογραφημένα. Μια οικογένεια που συνεχώς επεκτείνεται. H Αντζελίνα Τζολί μεταμορφώθηκε από σύμβολο του σεξ σε μητέρα και πρέσβειρα καλής θελήσεως των Ηνωμένων Εθνών, χωρίς να χάσει τη γοητεία ή να μειώσει το κασέ της. Είναι πολύ εύκολο να αντιπαθήσεις την Αντζελίνα Τζολί. Αποτελεί προσωποποίηση της υπερβολής: έζησε τα άγρια νιάτα της αυτοκαταστροφικά, τους έρωτές της κάτω από εκτυφλωτικούς προβολείς, κέρδισε οσκαρικούς ρόλους, πρόβαλε τις πλούσιες καμπύλες της, χτύπησε αντρίκεια τα τατουάζ της. Μας συστήθηκε ως νέα, ωραία, μοιραία και αναιδής. Ήμασταν έτοιμοι να την κατατάξουμε στο σέξι, τολμηρό, αναλώσιμο κουτάκι της στάρλετ που καίγεται σαν λαμπερό πυροτέχνημα: δηλώσεις, σκάνδαλα, γρήγοροι γάμοι, ακόμη πιο γρήγορα διαζύγια. Πέτρα του σκανδάλου, άκαρδη κόρη του διάσημου μπαμπά Γιον Βόιτ, αντροχωρίστρα, εκρηκτικό άμυαλο θηλυκό, γυναίκα-δηλητήριο.
Και ξαφνικά, εκεί κάτω από τους προβολείς, η Αντζελίνα… ξαναγεννήθηκε. Το 2001 γίνεται πρέσβειρα καλής θελήσεως της Υπατης Αρμοστίας του ΟΗΕ γιατους Πρόσφυγες, μια υπηρεσία που προστατεύει 20 εκατομμύρια ανθρώπους σε περίπου 120 χώρες. Ξέρω τι σκέφτεστε: Τι σημαίνει αυτό στους χολιγουντιανούς κύκλους; Δημόσιες σχέσεις. Δυο-τρία ταξιδάκια με κάμερες, οι απαραίτητες φωτογραφίες αγκαλιά με ταλαιπωρημένα παιδάκια, πέντε-έξι ακόμη «φιλανθρωπικά πάρτι» ως οικοδέσποινα και η συνείδησή σου καθάρισε.
Και όμως. Αυτό το κορίτσι, που κανείς δεν έπαιρνε στα σοβαρά, αποδείχτηκε μεγαλύτερης σοβαρότητας. Το ένα τρίτο κάθε αμοιβής της για κάθε ταινία και συμφωνία της καταλήγει σε κάποιο στρατόπεδο προσφύγων. Και το παραδίδει η ίδια: Σιέρα Λεόνε, Τανζανία, Ναμίμπια, Καμπότζη, Πακιστάν, Ταϊλάνδη, Εκουαδόρ, Σουδάν, Αιθιοπία, Νιγηρία, Ουγκάντα – μερικές μόνο από τις αποστολές της τα τελευταία χρόνια. Εννέα χρόνια δράσης και δέσμευσης σε φιλανθρωπικό έργο δεν ταιριάζουν με το προφίλ μιας υπερφίαλης χολιγουντιανής σταρ.
Φυσικά και δεν έλειψαν τα φλας, οι δηλώσεις και οι εμφανίσεις. Αλλά αυτό ήταν το όπλο της: Οσο το Χόλιγουντ την πακετάριζε και την πουλούσε ως το σέξι θηλυκό τόσο εκείνη είχε βήμα για να ανοίξει αυτά τα σαρκώδη χείλη – σήμα κατατεθέν της – και να μιλήσει. Και μίλησε. Και παρέσυρε τις κάμερες σε γωνιές της Γης που κανένας πολεμικός ανταποκριτής δεν θα έπειθε ποτέ το κανάλι του να στείλει συνεργείο. Και εμείς από το σπίτι μας είχαμε για πρώτη φορά εικόνα. Για πρώτη φορά η τραγωδία είχε πρόσωπο. Εξαιτίας μιας σταρ που έχει τη γενναιοδωρία να δανείζει το δικό της ως δόλωμα.
Η Αντζελίνα πλάσαρε στα εμβρόντητα media ένα νέο σκεπτικό: τον κόσμο ως ένα μεγάλο οικουμενικό χωριό. Και το έκανε πράξη κάτω από τη δική της στέγη. Ο μικρός Μάντοξ διασώθηκε από την Καμπότζη. Η Ζαχάρα από την Αιθιοπία. Ο Παξ από το Βιετνάμ. Και το πρώτο της βιολογικό παιδί, η Σιλό Νουβέλ, γεννήθηκε σε κρατική κλινική της Ναμίμπια, καθώς ήξερε ότι οι παπαράτσι θα την ακολουθούσαν παντού για μία φωτογραφία με τον σύζυγό της Μπραντ Πιτ. Μία φωτογραφία με τον πιο ωραίο άνδρα στον πλανήτη. Τον άνδρα που σαν γυναίκα-κόμπρα χώρισε από τη γλυκιά και αθώα Τζένιφερ Ανιστον και τον έκανε πατέρα έξι παιδιών. Τον άνδρα που πολλούς – και ιδιαίτερα πολλές – συμφέρει να τον βλέπουν ως άβουλο υποχείριό της.
Τα δημοσιεύματα που ακολουθούν τον δεσμό της με τον Μπραντ Πιτ από το 2005 έχουν ξεπεράσει τα όρια της υστερίας: κοσμικογράφοι, δημοσιογράφοι, κάτοχοι μπλογκ, όλα τα θλιβερά κοράκια του κίτρινου Τύπου τής έχουν πετάξει και από μία πέτρα. Οι ίδιοι που δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα σάλια τους όταν τη συναντούν σε κόκκινα χαλιά και χολιγουντιανούς χαριεντισμούς.
Ναι, είναι εύκολο να αντιπαθείς την Αντζελίνα Τζολί. Και κάπως επικίνδυνο για τη νοημοσύνη σου να ομολογήσεις ότι την παραδέχεσαι. Αν κοιτάξει όμως κάποιος προσεκτικότερα το πρόσωπο της μεγαλύτερης σταρ στον κόσμο, θα δει κάτι περισσότερο από «το απόλυτο θηλυκό», έτσι όπως την ψηφίζουν κάθε χρόνο περιοδικά όπως το «People». Θα δει την επιχειρηματική λίστα του «Variety», που την καταγράφει ως «την πιο ισχυρή γυναίκα στο Χόλιγουντ», και αυτή των «Times», που την περιλαμβάνει στα «100 πιο σημαντικά πολιτικά πρόσωπα των ημερών μας».
Αυτές τις ημέρες, που η πρεμιέρα της νέας κατασκοπικής περιπέτειας «Salt» τη βρίσκει ξανά πρωταγωνίστρια και θριαμβεύτρια στα διεθνή box office, μας μίλησε για τη νέα της δουλειά.
Η Σολτ, η πρωταγωνίστρια της ταινίας, είναι μια ηρωίδα που κανείς δεν γνωρίζει μέχρι το τέλος αν είναι αθώα ή ένοχη, «καλή» ή «κακή». Η κατηγορία του «διπλού πράκτορα» δημιουργεί μια αύρα αβεβαιότητας στον θεατή – δεν ξέρει πώς να τοποθετηθεί απέναντί της. 
«Αυτό ακριβώς με κέρδισε στον ρόλο. Η ταινία αυτή είναι κόντρα σε όλα όσα έχω γυρίσει στο παρελθόν. Η Σολτ είναι ο πιο ενδιαφέρων χαρακτήρας που έχω ερμηνεύσει στην καριέρα μου. Είναι σύνθετη, πολύπλοκη, πολυπρόσωπη. Εχει υποφέρει πολύ, τα έχει χάσει όλα και ταυτόχρονα δεν ξέρουμε αν είναι αθώα ή ένοχη. Αλλάζει συνεχώς πλευρές, δεν μπορείς να τη διαβάσεις. Το σενάριο είναι γραμμένο έτσι ώστε να σέβεται τη νοημοσύνη του θεατή και να μην υποκύπτει στα χολιγουντιανά κλισέ του “καλού” και του “κακού”. Ηταν ένα στοίχημα αυτό: να αμφιβάλλει το κοινό για την ηρωίδα. Αν έχουμε κάνει σωστά τη δουλειά μας όμως, η ικανοποίηση του να παρακολουθείς κάτι που παίζει έξυπνα με το μυαλό σου θα είναι μεγάλη…».
Αληθεύει ότι αρχικά ο ρόλος είχε γραφτεί για άνδρα και οι σεναριογράφοι τον διασκεύασαν ειδικά για εσάς;
«Ναι, είναι αλήθεια. Από την εμπειρία μου, τα σενάρια δράσης που γράφονται για γυναίκες δεν έχουν τη σοβαρότητα των κλασικών θρίλερ. Είναι cool, έχουν στυλ, αλλά φοβούνται να γίνουν όσο σκληρά και ωμά πρέπει. Γι’ αυτό και ποτέ δεν με καλύπτουν απόλυτα. Στο “Salt” έγινε το αντίθετο: Οι σεναριογράφοι δεν σκέφτονταν κάποιον ήρωα ή ηρωίδα αλλά πράκτορα της CIΑ. Αυτό από μόνο του δημιούργησε έναν από τους πιο δυναμικούς ρόλους που έχουν φτάσει στα χέρια μου».
Εσείς πήρατε μέρος σε αυτήν τη διαδικασία διαμόρφωσης του χαρακτήρα; «Ναι, συμμετείχα στη διασκευή του ρόλου από άνδρα σε γυναίκα. Δεν ήταν απλό, ήταν πρόκληση. Γιατί άνδρες και γυναίκες δεν έχουμε τις ίδιες αντιδράσεις. Το κοινό θεωρεί δεδομένο, για παράδειγμα, ότι μια ηρωίδα αποκαλύπτει τη συναισθηματική της πλευρά, ενώ ο άνδρας παραμένει κλειδωμένος. Επίσης η ίδια η δράση – ο τρόπος με τονοποίο παλεύει ένας άνδρας, σε αντιπαράθεση με το τι μπορεί να κάνει σωματικά μια γυναίκα. Συμμετείχα λοιπόν για να μην πάρει κανείς τίποτε ως δεδομένο: Συνεργάστηκα με τους σεναριογράφους για να τους δείξω ότι μια γυναίκα μπορεί να κάνει αρκετά».
Γνωρίσατε αληθινούς πράκτορες της CIA; 
«Ναι, συνεργάστηκα με δύο γυναίκες. Εμφανισιακά έμοιαζαν με πωλήτριες του μίνι μάρκετ της γειτονιάς ή με δασκάλες από το Οχάιο. Μόλις συζητούσες μαζί τους όμως ανατρίχιαζες. Δαιμόνιο μυαλό και πολύ σκληρή πειθαρχία. Από αυτές έμαθα ότι το δυσκολότερο κομμάτι της δουλειάς είναι η διπλή ζωή και τα ψέματα που λες στους αγαπημένους σου ανθρώπους. Ειδικά σε μια γυναίκα, που είναι από τη φύση της ανοιχτή και θερμή, αυτό δημιουργεί μεγάλο συναισθηματικό πάγωμα και κενό».
Κάποια στιγμή στο παρελθόν δηλώσατε ότι θα θέλατε να παίξετε τον θηλυκό Τζέιμς Μποντ. Μήπως η ευχή σας πραγματοποιήθηκε με το «Salt»; «Οχι, δεν είναι ταινία Τζέιμς Μποντ, περισσότερο πλησιάζει στην τριλογία του Τζέισον Μπορν. Αναφέρεστε όμως στο περιστατικό με την Εϊμι Πάσκαλ (σ.σ.: πρόεδρος της SonyPictures) που με είχε φωνάξει στο γραφείο της για να μου προσφέρει έναν ρόλο στο “CasinoRoyal”. Ημουν ήδη έγκυος στη Σιλόχ, οπότε δεν μπορούσα να δεσμευτώ έτσι και αλλιώς, αλλά η πρόταση του να παίξω ένα τυπικό “Bondgirl” δεν ήταν για μένα. Γι’ αυτό, αστειευόμενη, της είπα ότι “θα προτιμούσα να παίξω τον ίδιο”. Λατρεύω τις ταινίες Τζέιμς Μποντ, ιδιαίτερα τις πρώτες με τον Σον Κόνερι. Νομίζω ότι εκείνες ήταν λιγότερο “πολιτικά ορθές”. Ηταν λίγο πιο… άτακτες».
Ο Μποντ είναι ένα διπλό σύμβολο: περιπέτειας αλλά και σεξουαλικότητας. Θα περίμενε λοιπόν κανείς ότι μια κατασκοπική περιπέτεια με πρωταγωνίστρια μια ωραία γυναίκα θα πλησιάζει κάτι τέτοιο: μια ηρωίδα που έχει την ικανότητα να παίξει ξύλο, αλλά χρησιμοποιεί και τη σεξουαλικότητά της… 
«Ναι, συνήθως οι πρωταγωνίστριες των ταινιών περιπέτειας έχουν αυτήν τη διάσταση. Η Σολτ όμως δεν χρησιμοποιεί τη γυναικεία γοητεία της στο φιλμ. Δεν βγαίνει από μια μάχη ατσαλάκωτη. Η ηρωίδα μου παίζει ξύλο, ρεαλιστικό ξύλο. Και όταν κάποιος σου σπάει τη μύτη, πιστέψτε με, δεν χωράει καμία σεξουαλική γοητεία εκεί…».
Γυρίζετε η ίδια τις απαιτητικές σκηνές ή χρησιμοποιείτε κασκαντέρ; «Εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, γυρίζω η ίδια τις σκηνές μου – όσο επικίνδυνες και αν είναι».
Αποτελεί πρόκληση για εσάς; Είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας. Το να επιβληθείς στους φόβους σου και να βουτήξεις σε έναν ρόλο που απαιτεί συγκρούσεις “σώμα με σώμα” είναι κάτι που σε δυναμώνει, σε σκληραγωγεί. Οταν μου πρότειναν το “Salt” είχα μόλις γεννήσει τα δίδυμα. Περιφερόμουν στο σπίτι με μια νυχτικιά, θήλαζα, φρόντιζα, χάιδευα – όλες μου οι πράξεις ήταν τρυφερές, ευαίσθητες. Και τότε διάβασα ένα σενάριο που απαιτούσε από μένα να βγω έξω και να παίξω ξύλο. Σκέφτηκα ότι αν κατάφερνα κάτι τέτοιο, θα ήταν η ιδανική ισορροπία: Μπορούσα να είμαι και μανούλα και μια ηθοποιός που ανταποκρίνεται σε σκληρούς, απαιτητικούς ρόλους. Αδιαμφισβήτητα λοιπόν ήταν πρόκληση».
Πώς προετοιμαστήκατε για αυτές τις σκηνές; «Πρώτα απ’ όλα έπρεπε να βρούμε το στυλ της Σολτ: Αποφασίσαμε ότι όταν εμπλέκεται σε μάχες είναι ωμή. Δεν είναι cool, ποζάτη, σέξι – η Σολτ είναι απλώς αδίστακτη. Αυτό αμέσως έθεσε νέα δεδομένα για μένα. Είχα συνηθίσει να γυρίζω τέτοιες σκηνές σαν μπαλετικές χορογραφίες, η στάση μου ήταν περήφανη, ποζάτη. Επρεπε να το ξεχάσω αυτό. Από την εποχή της Λάρα Κροφτ συνεργάζομαι με τον ίδιο action χορογράφο. Το μότο του είναι “υποφέρουμε, τώρα, υποφέρουμε”. Και όντως υποφέραμε. Ξέρετε, ο ρόλος είναι αρκετά σοβαρός. Η Σολτ είναι μια βασανισμένη γυναίκα, όχι μια action καρικατούρα. Οπότε χρειαζόταν αρκετή πρόβα για τις δραματικές σκηνές της, και αυτό άφηνε ελάχιστο χρόνο για τη σωματική προετοιμασία. Περνούσαν δίωρα που προβάραμε μία σκηνή και στο 20λεπτο διάλειμμα που ακολουθούσε με έβγαζαν στον διάδρομο και δοκιμάζαμε τα τεχνικά. Το ευτύχημα είναι ότι όταν δουλεύεις με ανθρώπους που σε γνωρίζουν τόσα χρόνια ξέρουν τι μπορείς να κάνεις. Εγραψαν λοιπόν τις σκηνές δράσεις “πάνω” μου, γνωρίζοντας ότι τα πάω καλά με τα ύψη και τις μεγάλες ταχύτητες. Γι’ αυτό και θα με δείτε να κρέμομαι από κτίρια ή να τρέχω με μηχανές».
Τραυματιστήκατε όμως στα γυρίσματα. Τι συνέβη; 
«Δεν ήταν τίποτε σοβαρό. Ηταν οι πρώτες ημέρες των γυρισμάτων και δεν ήμουν ακόμη σε τέλεια φόρμα. Οχι τόσο πολύ σωματικά όσο ψυχικά. Είχα αφήσει στο σπίτι τα παιδιά και ξαφνικά βρισκόμουν με ένα όπλο στο χέρι να πηδάω από ταράτσα σε ταράτσα. Σκεφτόμουν: “Τι δουλειά έχω εγώ, μια λεχώνα, εδώ πέρα;”. Δεν υπολόγισα καλά και σκόνταψα σε ένα πεζούλι. Ανοιξα το κεφάλι μου και με πήγαν στο νοσοκομείο. Μελανιές και ράμματα. Το ίδιο βράδυ συνέχισα τις σκηνές μου. Να μη σας πω ότι οι πληγές μου γλίτωσαν και τις μακιγιέζ από μερικές ώρες δουλειάς: Η Σολτ δεν χρειαζόταν ψεύτικους μώλωπες για να αποδείξει ότι είχε τραυματιστεί, “φορούσε” τους δικούς μου!».
Επειτα από μία δεκαετία ενεργού δράσης ως πρέσβειρα καλής θελήσεως πώς ανταποκρίνεστε στις υποχρεώσεις σας με τα Ηνωμένα Εθνη; «Εξαρτάται πάντα από τον διαθέσιμο χρόνο μου. Οταν έχω χρόνο είμαι “μάχιμη” – ταξιδεύω, εμπλέκομαι ενεργά, όπου χρειάζομαι και μπορώ να βοηθήσω. Σε περιόδους δουλειάς φροντίζω τουλάχιστον να ενημερώνομαι και να διαβάζω. Η πολιτική μου στάση δεν είναι ταυτόσημη με αυτή των Ηνωμένων Εθνών – καθ’ ότι έχω και τις αντιρρήσεις μου για τις αποφάσεις τους. Αυτό που θεωρώ υποχρέωσή μου είναι να έχω τα μάτια μου ανοιχτά και να ερευνώ προσωπικά τι συμβαίνει στον κόσμο, είτε αυτό αφορά παιδιά που υποφέρουν είτε φυσικές καταστροφές που οδηγούν σε τραγωδίες. Συνεργάζομαι με εξαιρετικούς ανθρώπους που καθημερινά δουλεύουν με αυτοθυσία σε γωνιές του πλανήτη προσπαθώντας να βρουν λύσεις. Πέρυσι ήταν μια σημαντική χρονιά για μένα γιατί έκανα μια μεγάλη έρευνα πάνω στις περιπτώσεις της Σομαλίας και της Αϊτής, προσπαθώντας να ενεργοποιήσω έναν μηχανισμό που θα μπορούσε να εξυπηρετήσει υιοθεσίες ορφανών παιδιών. Οργάνωσα μια ομάδα (σ.σ.: “Kind”) από δικηγόρους που δουλεύουν εθελοντικά για να λύσουν νομικά κωλύματα και να βρουν νέες οικογένειες για όλα αυτά τα παιδιά. Αντί λοιπόν να πηγαίνω πλέον στις προβληματικές περιοχές ως “θεσμική αντιπρόσωπος”, τώρα πηγαίνω ως μέλος μιας ομάδας που ψάχνει ρεαλιστικές λύσεις και δουλεύει έμπρακτα για να μειώσει λίγο το μέγεθος μιας τραγωδίας».
Πώς κρίνετε την κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης Ομπάμα, τόσο εσωτερικά όσο και απέναντι στις παγκόσμιες τραγωδίες; «Νομίζω ότι ο Ομπάμα έχει καλές προθέσεις και διάθεση για να επιλύσει καταστάσεις. Εχουν γίνει πολύ σημαντικές δηλώσεις. Τώρα περιμένω να τις δω να πραγματοποιούνται». XΗ ταινία «Salt» θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από τις 16 Σεπτεμβρίου από την AudioVisual. ΠΗΓΗ ΤΟ ΒΗΜΑ